Κάντορ, Γκέοργκ

Κάντορ, Γκέοργκ
(GeorgCantor, 1845 – 1918). Γερμανός μαθηματικός και στοχαστής. Από το 1872 μέχρι το 1905 διετέλεσε καθηγητής του πανεπιστημίου του Χάλε. Ο Κ. είναι γνωστός για τη θεμελίωση της θεωρίας των άρρητων αριθμών, ωστόσο καθιερώθηκε ως o δημιουργός και θεμελιωτής της θεωρίας των συνόλων. Οι ιδέες που εισήγαγε στα μαθηματικά υπήρξαν τόσο νεωτεριστικές για την εποχή του ώστε προκάλεσαν πολλές κριτικές από τους σύγχρονούς του μαθηματικούς και φαίνεται ότι στάθηκαν η αιτία που ο Κ. δεν κατόρθωσε να καταλάβει πανεπιστημιακή έδρα στο Βερολίνο, παρά τις φιλοδοξίες του. Το έργο του ανακίνησε τα θεμέλια των μαθηματικών, επιδρώντας αποφασιστικά στη διαμόρφωση της μαθηματικής σκέψης και έκφρασης. Ιδιαίτερα σε αυτό συνετέλεσε το γεγονός ότι οι μέθοδοι του Κ. οδήγησαν στα λεγόμενα παράδοξα της θεωρίας των συνόλων (αντινομίες), απ’ όπου προέκυψε η ανάγκη για την κριτική επανεξέταση των βάσεων των μαθηματικών. Σε αυτά βασίστηκαν ο διαισθητισμός του Μπράουερ, ο λογικισμός του Ράσελ και ο φορμαλισμός του Χίλμπερτ.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek

  • σύνολο — Στα μαθηματικά, με τον όρο αυτό εννοούμε «κάθε συλλογή από αντικείμενα καθορισμένα και τελείως διακεκριμένα μεταξύ τους, που τη θεωρούμε ως ένα όλο». Η διατύπωση αυτή οφείλεται στο δημιουργό της θεωρίας των σ. Γκέοργκ Κάντορ (1845 1918). Ο όρος… …   Dictionary of Greek

  • άπειρο — Το ατελείωτο, το απέραντο· το αναρίθμητο· ειδικότερα, το σύμπαν, το διάστημα. (Μαθημ.) Ήδη από την αρχαιότητα, η μαθηματική ανάλυση του α. συνδέεται στενά με τη φιλοσοφική αναζήτηση. Ονομαστά προβλήματα σχετικά με το ά., όπως τα παράδοξα του… …   Dictionary of Greek

  • αριθμός — Η έννοια αυτή σχηματίζεται (με διάφορες γενικεύσεις) από την απλούστερη έννοια του φυσικού α. Ένας γενικός ορισμός της έννοιας είναι δύσκολο να δοθεί, αν όχι αδύνατο. Στην καθημερινή ζωή ο όρος χρησιμοποιείται με την έννοια του φυσικού ή του… …   Dictionary of Greek

  • μαθηματικά — Η επιστήμη των αριθμών, των σχημάτων και των φυσικών μεγεθών, που μελετά τις μεταξύ τους σχέσεις καθώς και τις σχέσεις τους στον χώρο και στον χρόνο. Η έκταση και τα ενδιαφέροντα των μ., μίας από τις αρχαιότερες επιστήμες, παρουσιάζουν τόση… …   Dictionary of Greek

  • Ντέντεκιντ, Γιούλιους Βίλχελμ Ρίχαρντ — (Julius Wihelm RichardDedekind, Μπρούνσβικ 1831 – 1916). Γερμανός μαθηματικός. Υπήρξε ο χρονικά τελευταίος μαθητής του μεγάλου Καρλ Φρίντριχ Γκάους· κοντά σε αυτόν έκανε τη διδακτορική διατριβή του (1852) και το 1858 έγινε καθηγητής στη Ζυρίχη.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”